ἐμφανίσεις

ἐμφανίσεις
ἐμφάνισις
exposure
fem nom/voc pl (attic epic)
ἐμφάνισις
exposure
fem nom/acc pl (attic)
ἐμφανίζω
show forth
aor subj act 2nd sg (epic)
ἐμφανίζω
show forth
fut ind act 2nd sg
ἐμφανίζω
show forth
aor subj act 2nd sg (epic)
ἐμφανίζω
show forth
fut ind act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

  • Despina Vandi — Δέσποινα Βανδή Vandi performing at BOOM in Thessaloniki on 24 March 2007. Background information Birth name Despina M …   Wikipedia

  • Μπαρντό, Μπριζίτ — (Brigitte Bardot, Παρίσι 1934 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γαλλίδας ηθοποιού και τραγουδίστριας Καμίλ Τζαβάλ (Camille Javal). Πρώην μοντέλο που εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο δημοφιλή σύμβολα του σεξ όλων των εποχών στον κινηματογράφο στην… …   Dictionary of Greek

  • βασάλτης — Εκρηξιγενές ηφαιστειακό πέτρωμα που αντιστοιχεί σε σύσταση με τα πλουτώνια πετρώματα γάββρους. Τα κύρια συστατικά του είναι βασικά πλαγιόκλαστα και φεμικά ορυκτά (αυγίτης, ολιβίνης), ενώ επουσιώδη είναι ο βιοτίτης, η κεροστίλβη κ.ά. Το υγιές… …   Dictionary of Greek

  • Έλινγκτον, Ντιουκ — (Edward Kennedy «Duke» Ellington, Ουάσινγκτον 1899 – Νέα Υόρκη 1974). Αφροαμερικανός μουσικός. Ξεκίνησε να μελετά πιάνο και σχέδιο σε ηλικία επτά ετών και το 1915 εμφανίστηκε ως πιανίστας στο κέντρο όπου εργαζόταν ως σερβιτόρος. Στις αρχές της… …   Dictionary of Greek

  • Καζαντζίδης, Στέλιος — (Αθήνα 1931 – 2001).Λαϊκός τραγουδιστής. Παιδί προσφύγων από τον Πόντο, πέρασε δύσκολα παιδικά και νεανικά χρόνια, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης και των αριστερών φρονημάτων της οικογένειάς του. Ήδη από μικρή ηλικία αναγκάστηκε να… …   Dictionary of Greek

  • Onirama — Onirama, Национальный театр северной Греции, 2007 год …   Википедия

  • Παρνασσός — I Hμιορεινός οικισμός (υψόμ. 440 μ.), στην πρώην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λουτρών Ηραίας. II Όρος της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας, που εκτείνεται με ΒΔ ΝΑ διεύθυνση στα όρια των νομών Βοιωτίας, Φωκίδας… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • ανθρακωρυχείο — Ορυχείο όπου γίνεται ανόρυξη και εξαγωγή ορυκτού άνθρακα. Τα α., ανάλογα με το είδος του άνθρακα που βγάζουν, ονομάζονται γαιανθρακωρυχεία, λιγνιτωρυχεία, λιθανθρακωρυχεία κλπ. Η ύπαρξη των κοιτασμάτων ορυκτού άνθρακα εξακριβώνεται είτε από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”